γριπώνομαι

γριπώνομαι
γριπώνομαι, γριπώθηκα, γριπωμένος βλ. πίν. 4 και πρβλ. γριπιάζομαι

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • γριπιάζομαι — γριπιάζομαι, γριπιάστηκα, γριπιασμένος βλ. πίν. 36 και πρβλ. γριπώνομαι …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”